Ιστορία των Ομάδων Balint

Η ιστορία των ομάδων

Οι ομάδες και η μέθοδος Balint, πήραν το όνομά τους από τον Ούγγρο γιατρό και ψυχαναλυτή Michael Balint. Ο Michael Balint, γιος γενικού γιατρού, γεννιέται στη Βουδαπέστη το 1896. Γίνεται φοιτητής της ιατρικής στην ηλικία των 18 ετών, αλλά οι σπουδές του διακόπτονται από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν κατατάσσεται στον στρατό. Στον πόλεμο τραυματίζεται και επιστρέφει στην πατρίδα του, όπου επαναλαμβάνει τις σπουδές του και λαμβάνει το διδακτορικό του το 1920 στη βιοχημεία.

Αρχικά θέλει να γίνει βιοχημικός και εργάζεται σε βιοχημικά εργαστήρια στο Βερολίνο, αλλά αφού ακούει τον Ferenczi (1917) να μιλάει σε συνέδρια για τον Freud και διαβάζει το βιβλίο του τελευταίου «Η Ερμηνεία των Ονείρων», αναπτύσσει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την ψυχανάλυση. Εκπαιδεύεται ως ψυχαναλυτής με εκπαιδευτή και μέντορα του τον Sandor Ferenczi, ψυχαναλυτή της Ουγγρικής σχολής και μαθητή του Freud, και δουλεύει παράλληλα και ως ψυχαναλυτής.

1920
1920

Το 1924 επιστρέφει στη Βουδαπέστη, όπου εργάζεται ως αναλυτής σε ψυχοσωματικούς ασθενείς και το 1932 δημιουργεί την πρώτη εκπαιδευτική και ερευνητική ομάδα γιατρών (training-cum-research-group) στη Βουδαπέστη, καθώς θέλει να μάθει για τη δυνατότητα των γενικών γιατρών να ενσωματώσουν ψυχαναλυτικές ιδέες στην πρακτική εργασία τους. Οι εργασίες του αυτές διακόπτονται το 1939, όταν, λόγω της ριζοσπαστικής δεξιάς κυβέρνησης, η οποία έλεγχε το έργο, τις συζητήσεις και τις συνεδριάσεις των ψυχαναλυτών, αναγκάζεται να φύγει από την Ουγγαρία και να πάει στο Μάντσεστερ με τη σύζυγο και το γιο του ως πρόσφυγες. Δυστυχώς, η γυναίκα του πεθαίνει την ίδια χρονιά. Ο Balint μένει στο Μάντσεστερ μέχρι το 1945, όπου γίνεται διευθυντής σε μια κλινική καθοδήγησης παιδιών (child guidance clinic). Η ερευνητική του δραστηριότητα επικεντρώνεται στα μωρά, την συμπεριφορά τους και τη σχέση που αναπτύσσουν. Αρχίζει να δημοσιεύει τις ιδέες του για την πρωταρχική αγάπη (primary love), την πρωταρχική σχέση (primary relation) και το βασικό σφάλμα (basic fault).

1940
1940

To 1945 μετακομίζει στο Λονδίνο και δουλεύει αρχικά σε κλινικές καθοδήγησης παιδιών, έως ότου διορίζεται στην Κλινική Tavistock και δυναμώνει το ενδιαφέρον του για την αλληλεπίδραση μεταξύ των ατόμων. Είναι πια πεπεισμένος πως η σχέση μεταξύ γιατρού – ασθενή παίζει σημαντικό ρόλο στη διάγνωση και στη θεραπεία. Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι ο ψυχικός κόσμος του γιατρού και του ασθενούς αλληλοεπηρεάζονται. Τόσο η μεταβίβαση του ασθενούς όσο και η αντιμεταβίβαση του γιατρού έχουν μεγάλη επιρροή στη σχέση, στη διάγνωση και στην θεραπεία. Στην κλινική Tavistock γνωρίζει και παντρεύεται το 1949 την Enid, η οποία είναι κοινωνική λειτουργός και σύμβουλος γάμου και αναπτύσσουν μαζί καινοτόμες ομάδες με γενικούς γιατρούς για να μελετήσουν τις ψυχολογικές επιπτώσεις της γενικής ιατρικής. Εκεί εξετάζουν την υπόθεση ότι « το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο φάρμακο στην γενική ιατρική είναι ο ίδιος ο γιατρός». Εκείνη την εποχή πολλοί ασθενείς των γενικών γιατρών έχουν τραυματιστεί κατά τον πόλεμο και όπως λέει και ο Balint, «Ένας μεγάλος αριθμός των ανθρώπων έχουν χάσει τις ρίζες και τους κοινωνικούς τους δεσμούς, το άτομο γίνεται έτσι όλο και πιο μοναχικό, ακόμη και μόνο … κάθε νοητική ή συναισθηματική πίεση ή ένταση είτε συνοδεύεται από ή ισοδυναμεί με, κάποια σωματική αίσθηση … μια πιθανή διέξοδος είναι να την εναποθέσει στο γιατρό του και να διαμαρτυρηθεί … » και «εδώ είναι που η στάση του γιατρού στο πως θα συνταγογραφήσει τον εαυτό του στον ασθενή αποκτά αποφασιστική σημασία».

1950
1950

Επίσης, εκείνη την περίοδο ιδρύεται η Εθνική Υπηρεσία Υγείας (NHS), όπου για πρώτη φορά εισάγεται η δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη με αποτέλεσμα τα ιατρεία των γενικών γιατρών να πλημμυρίζουν με ασθενείς των οποίων οι απαιτήσεις ήταν υψηλές. Οι γενικοί γιατροί, οι οποίοι την εποχή εκείνη δεν είχαν καμία ειδική εκπαίδευση στη γενική ιατρική , ήταν ανεπαρκώς εφοδιασμένοι για να αντιμετωπίσουν τις ασαφείς διαγνώσεις – ιδίως συναισθηματικής φύσεως – ιδιαίτερα τώρα που επικρατούσε μια ατμόσφαιρα όπου οι ασθενείς πίστευαν ότι υπήρχε μια θεραπεία για όλα τα δεινά τους, ένιωθαν να μην αντλούν την προσδοκώμενη ικανοποίηση από την δουλειά τους. Ο Balint θέλει να μάθει γιατί συμβαίνει αυτό. Είναι ένας από τους πρώτους που αναγνωρίζει την αξία της ίδιας της επίσκεψης στον γιατρό (consultation) ως ένα θεραπευτικό εργαλείο. Ως ψυχαναλυτής καταλαβαίνει ότι αυτό που συμβαίνει ψυχολογικά μεταξύ του ιατρού και του ασθενούς είναι σημαντικό, αν και αυτό δεν συζητιέται στα ιατρικά βιβλία της εποχής. Αυτή η σκέψη του τοποθετείται πριν από την εποχή της εκπαίδευσης στην ανάλυση της ιατρικής επίσκεψης και των επικοινωνιακών δεξιοτήτων, αν και φυσικά υπάρχουν ήδη γιατροί που αναγνωρίζουν τη σημασία της ακρόασης για τους ασθενείς τους.

1960
1960

Οι Balints διαφημίζονται στους γιατρούς και τους παρακινούν να ενταχθούν σε μια ομάδα σεμιναρίων που συνδυάζει την έρευνα με την εκπαίδευση (research-cum-training-seminars) για τη μελέτη της σχέσης ιατρού-ασθενή. Η παραδοσιακή ομάδα Balint γεννιέται. Τα μέλη της ομάδας συναντιούνται σε ένα ασφαλές και δομημένο πλαίσιο για μια φορά την εβδομάδα επί δύο ώρες. Η διάρθρωση των συναντήσεων περιλαμβάνει την παρουσίαση μιας κλινικής περίπτωσης από έναν γενικό γιατρό και ακολουθεί συζήτηση για την συναισθηματική σχέση που διαμορφώνεται καθώς και τα δυναμικά που αναπτύσσονται. Σε όσους δεν είχαν εργαστεί ξανά με αυτόν τρόπο, η μέθοδος φάνηκε παράξενη και αντιεπιστημονική. Στο πέρασμα του χρόνου ωστόσο και όσο οι γιατροί νιώθουν πιο ελεύθεροι στο να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα τους, οι εικασίες, οι υποθέσεις καθώς και οι φαντασιώσεις των υπολοίπων για την σχέση μεταξύ γιατρού-ασθενή στην εκάστοτε παρουσίαση, έφερνε στην επιφάνεια πλούσιο υλικό για επεξεργασία, που αποσυμφορούσε τον γιατρό και τον βοηθούσε να τροποποιήσει τις ιδέες του και την στάση του απέναντι στον ασθενή, δρομολογώντας έτσι μια διαφορετική πορεία τόσο για την θεραπευτική σχέση όσο και για την προσωπική του εξέλιξη.

1960
1960

Παρ’ όλο που ο Michael και η Enid ήταν ψυχαναλυτές, ο σκοπός τους δεν είναι να μετατρέψουν τους οικογενειακούς ή γενικούς γιατρούς σε ψυχαναλυτές αλλά να τους βοηθήσουν να αναγνωρίσουν και να μιλήσουν για τα συναισθήματα τους, αντί να τα καταπιέζουν ή να τα αγνοούν ως άμυνα. Να αποκτήσουν μια ψυχολογική επίγνωση τόσο της προσωπικής τους εμπειρίας όσο και του ασθενούς μέσα στην θεραπευτική σχέση και να μάθουν πως να χρησιμοποιούν τα συναισθήματά τους ως ένα εργαλείο, όπως χρησιμοποιεί ο χειρουργός το νυστέρι. Η έκβαση αυτής της πρώτης ομάδας αποφέρει τη δημιουργική συλλογική εργασία του Balint με τίτλο: «The Doctor, His Patient and the Illness», η οποία δημοσιεύθηκε το 1957 ( Balint, 1957). Το βιβλίο αυτό γίνεται ένα βασικό κείμενο στην αναγέννηση της Βρετανικής Γενικής Ιατρικής τη δεκαετία του 1960 και οι ιδέες των Balints πετυχαίνουν παγκόσμια αναγνώριση από τότε.

1970-
1970-

Στην ηπειρωτική Ευρώπη οι ομάδες Balint είναι σημαντικά διαδεδομένες. Το 1972 ιδρύεται η Διεθνής Ομοσπονδία Balint της οποίας μέλη είναι πάνω από 32 χώρες. Στην Αγγλία και τη Γερμανία η συμμετοχή σε ομάδες Balint αποτελεί μέρος της ειδικότητας των γιατρών. Οι ομάδες Balint αρχίζουν να ριζώνουν και στις ΗΠΑ, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, που διαμορφώνεται η αμερικανική Balint Society και αργότερα αυτή της Αυστραλίας. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα υπάρχει διάδοση των ομάδων στη Ρωσία και την Κίνα.

Στην Ελλάδα οι ομάδες Balint δεν είχαν την τύχη που είχαν σε άλλες χώρες της Ευρώπης και η προσπάθεια εισαγωγής τους ήταν αποσπασματική και βασισμένη στην ιδιωτική πρωτοβουλία κάποιων γιατρών όπως ο θεμελιωτής της ψυχοσωματικής στην Ελλάδα, ο παθολόγος Ρένος Ρώτας. Σε νοσοκομειακό πλαίσιο, λειτούργησαν για ένα χρονικό διάστημα ομάδες Balint για νοσηλευτές στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο και ομάδες επηρεασμένες από τη μέθοδο Balint στο ψυχιατρικό τμήμα του Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Μεταξά καθώς και σε κάποιες πανεπιστημιακές κλινικές της χώρας.

Scroll to Top